~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
........................................ * Συνέχεια του Ιστολογιου της εφημερίδας "Αρκαδικό Βήμα" στη δ/νση: - https://arkadiko-vima.blogspot.gr/
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
..............* ΕΙΔΗΣΕΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΑΡΚΑΔΩΝ (1988 - 2018) - 30 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ *

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
ειδήσεις, νέα και ρεπορτάζ από τις παροικίες των Αρκάδων...................... ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: arkadikovima@gmail.com
Σύμβουλοι Έκδοσης: Πάνος Σ. Αϊβαλής - Πέτρος Σ. Αϊβαλής
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

31 χρόνια

31 χρόνια
........................................................................... email: arkadikovima@gmail.com

Η αρχαία Αρκαδία δεν είχε τα όρια του σημερινού νομού και ήταν αποκλειστικά μεσόγεια, καταλαμβάνοντας το εσωτερικό της Πελοποννήσου, χωρίς να βρέχεται καθόλου από θάλασσα. Περιελάμβανε τις επαρχίες, Μαντινείας, Γορτυνίας, Μεγαλοπόλεως, τη βόρεια Κυνουρία, όλη την επαρχία Καλαβρύτων, τα δυτικά της Κορινθίας και της Αργολίδας, τμήμα της Ολυμπίας, τμήμα της Ηλείας και τη Λακωνική Αράχωβα.

Γιάννης Πάνου: "Καθαρός πεζογραφικός λόγος''

ΑΝΘΡΩΠΟΣ χαμηλών τόνων, διακριτικός και αθόρυβος, ο Γιάννης Πάνου έφυγε για το οριστικό ταξίδι, την Κυριακή 11 Οκτωβρίου 1998. Γεννημένος στην Τρίπολη το 1943, ο Γιάννης Πάνου σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, όπου και έζησε μέχρι το 1986. Σύντροφος της ζωής και των καλλιτεχνικών προσπαθειών της Ρούλας Πατεράκη, μετακόμισε τότε μαζί και στην Αθήνα.
Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1971, συμμετέχοντας στην ομαδική αντιδικτατορική έκδοση "Νέα Κείμενα".
Δέκα χρόνια αργότερα εκδίδει στη Θεσσαλονίκη (εκδόσεις Τρίλοφος) ένα μικρό μυθιστόρημα με τίτλο "Από το στόμα της παλιάς Remington", που προκαλεί αίσθηση με τη στερεή δομή και την αφηγηματικότητά του, φέρνοντας στο προσκήνιο έναν ιδιότυπο πεζογράφο.
Καίριος, όπως πάντα στις επισημάνσεις του, ο Δ.Ν. Μαρωνίτης έγραφε στην επιφυλλίδα του στο "Βήμα" της 21.11.1981, υπό τον τίτλο "Δελτίο ειδήσεων", για το πεζογράφημα του Γιάννη Πάνου "Από το στόμα της παλιάς Remington": (...) καθαρός πεζογραφικός λόγος δίχως μπάσταρδες επίμειξίες, που έχει ολότελα χωνέψει το μόχθο που το γέννησε, ώστε το τελικό εκφραστικό αποτέλεσμα να λειτουργεί όπως το δέρμα στο ανθρώπινο σώμα: κρύβει τα κόκαλα, ενώνει τα μέλη, δείχνει τα σχήματα. Ένα βιβλίο που δύσκολα θα γεράσει πια, αφού το χρόνο τον έχει εξαρχής μέσα του: κυριολεκτικά και μεταφορικά (...). Το μυθιστόρημα του Γιάννη Πάνου φαίνεται να αποδέχεται την ηθογραφική κατά βάση πορεία της νεοελληνικής λογοτεχνίας: αγροτική (Καρκαβίτσας, Παπαδιαμάντης), υπαρξιακή (Βιζυηνός), κοσμοπολίτικα επαρχιακή "Πεντζίκης, Καχτίτσης", πολιτική "Τσίρκας", ερωτική "Ταχτσής", δεν αποκρούει αυτόν τον σύνθετο ηθογραφικό κλήρο αλλά τον υποδέχεται με σεβασμό και τον μεταμορφώνει προσωπικά από τη μια στην άλλη φράση του, από το ένα στο άλλο κεφάλαιο του, κοιτάζοντας λοξά (όχι ειρωνικά) και τις λίγες μοντέρνες διαφυγές από τον νεοελληνικό κανόνα του Χειμωνά, της Δεληγιώργη, του Βαγενά, του Νόλλα κ.ά. Το αποτέλεσμα πάντως του διακριτικού αυτού, ερωτικού σχεδόν, διαλόγου είναι ένας νέος λόγος σύγχρονος, που ρωτά τον εαυτό του για τα σημερινά πραγματικά του όρια και μόλις για το αυριανό του μέλλον: τον επιούσιον υπόσχεται ο Πάνου, δίχως ωστόσο καμιά πατρική προστασία και αξίωση επαγγελίας.
Μετά πολύχρονη εκδοτική σιωπή, ο Γιάννης Πάνου τον περασμένο Μάιο εξέδωσε στον Καστανιώτη το δεύτερο βιβλίο του, το μυθιστόρημα "Ιστορία των Μεταμορφώσεων", μια αναφορά στην ιστορία των ιδεών και του πολιτισμού.
Με εντελώς διαφορετική γραφή από το προηγούμενο βιβλίο του, ο Πάνου επιλέγει πέντε διαφορετικούς χαρακτήρες, για να οικειωθεί τη μορφή τους και να μιλήσει με τη γλώσσα τους, εκφράζοντας τις δικές του απόψεις για τη ζωή, τον κόσμο, τη γνώση, τη λογοτεχνία, καθεαυτή.
Ο Δ.Ν. Μαρωνίτης σχολίασε στο "Βήμα της 28.6.98", προλαβαίνοντας την κριτική, το βιβλίο αυτό του Γιάννη Πάνου:
"Πρόκειται για μυθιστόρημα που διηγείται τον κόσμο αδιαίρετο, με μια φωνή όμως θερμή και συνεχώς ένσαρκη. Φωνή ωστόσο μακροσκοπική, που μοιράζεται και αναλογεί σε πέντε μεγάλα είδωλα της μυθιστορίας: τον Κοσμολόγο, τον Don Lorenzo, τον Φιλόσοφο, τον Σκάλδο και τον Μεσσία. (...) Οι μυθικοί αυτοί ήρωες του βιβλίου, που ο Γιάννης Πάνου τους παραδίδει, άμεσα ή έμμεσα, τον μυθιστορηματικό λόγο, είναι, πριν και πάνω απ' όλα ασκημένοι αφηγητές. Ξέρουν καλά την τέχνη του.
Γι' αυτό και παίρνουν τα μέτρα τους σε κρίσιμα σημεία· αυτοσχολιάζονται ως τεχνίτες της αφήγησης. Αυτά λοιπόν τα πολύτιμα αφηγηματικά αυτοσχόλια ενώνουν υπογείως, συχνά και ειρωνικώς, τον υπόδηλο συγγραφέα με τα πρόδηλα αφηγηματικά του είδωλα. Τέχνη και τεχνική που θυμίζουν τα ομηρικά έπη, τα οποία ο Πάνου ομολογεί ότι υπήρξαν λίγο πολύ πρότυπα και της δικής του θαυμαστής αφήγησης".
Ο Γιάννης Πάνου ήταν ένας σεμνός άνθρωπος, ένας πρωτότυπος δημιουργός, για τον οποίο ο τ. Υπουργός Πολιτισμού Ευάγγελος Βενιζέλος σε δήλωση του αναφέρει ότι "ο θάνατός του στερεί από τα ελληνικά Γράμματα έναν συγγραφέα σπάνιας ευαισθησίας, που γνώριζε όσο λίγοι τη διαπλοκή της ιστορικότητας, αφηγηματικότητας, και φιλοσοφικού στοχασμού".
Για του λόγου το αληθές του Ευάγγελου Βενιζέλου σας παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Γιάννη Πάνου με τίτλο: "...από το στόμα της παλιάς Remington..." των εκδόσεων Καστανιώτη: «Όταν αργότερα οι Ενετοί αποφάσισαν με μεγάλες δυνάμεις ν' αποβιβαστούν στα παράλια και κατόρθωσαν να προχωρήσουν στο εσωτερικό της Πελοποννήσου, η Τουρκία υποχρεώθηκε με συνθήκη να τους παραχωρήσει όλο το Μοριά. Αργότερα οι Τούρκοι ξαναπήραν τη χώρα, και ο Μεγάλος Βεζύρης Αλή Κουμουρτζή, θεωρώντας τους Κυνούριους υπαίτιους της εξέγερσης, τους τιμώρησε σκληρά. Ακόμα μια φορά ο τόπος ρημάχτηκε από τις λεηλασίες και οι φυλακές γέμισαν από τη φτωχολογιά που δεν μπορούσε να πληρώσει τους ασήκωτους φόρους. Ο σπόρος της εξέγερσης ξαναρίχτηκε. Αυτή τη φορά στράφηκαν στη Ρωσία, μετά την ενθαρρυντική στάση της οποίας ο κόσμος πήρε και πάλι τα όπλα. Η Αικατερίνη, κρατώντας την υπόσχεσή της, έστειλε τον Ορλώφ και οι επαναστάτες γεμάτοι ελπίδες ρίχτηκαν στον αγώνα μέχρι που πάτησαν στο Μοριά εξήντα χιλιάδες Αλβανοί.
Την ώρα που οι πλιατσικολόγοι του Γκούρα και του Κωλέττη εγκαταλείπουν το Μοριά, ο ερχομός του Ιμπραήμ είναι πια το μοιραίο επακόλουθο δύο αιματηρών εμφύλιων συγκρούσεων. Μπροστά στον πολυάριθμο ταχτικό στρατό του με τους Ευρωπαίους αξιωματικούς, ο ρημαγμένος τόπος έχει ν' αντιτάξει τη διχόνοια και τη διάλυση, τους σπιλωμένους από τα κοτζαμπάσικα τερτίπια τίμιους αγωνιστές, τη φτώχεια και την κακομοιριά.
Με τα εγγλέζικα δάνεια η κυβέρνηση νοιάστηκε μόνο να καλύψει από τη μεριά της τις ανάγκες του Εμφύλιου έτσι που ο Ιμπραήμ αποβιβάζεται ανενόχλητος και αρχίζει ν' αλωνίζει το Μοριά. Ρημάζει, καίει, ξεπατώνει δέντρα, αρπάζει ζώα και σοδειές, αφανίζει ολόκληρα χωριά. Ο κόσμος παίρνει τα βουνά με ό,τι μπορεί να σηκώσει στα χέρια του. Η Κυνουρία γνωρίζει δυο φορές την καταστροφική μανία του επιδρομέα. Όπως πάντα έτσι και τώρα βρίσκονται ψυχωμένοι αγωνιστές που είναι έτοιμοι να πεθάνουν ηρωικά, κλεισμένοι σε πύργους και σε κάστρα, πολεμώντας άνισα, ξυπόλυτοι και νηστικοί, Ο Καψαμπέλης στην Καστάνιτσα, ο Κοντάκης στα Βέρβαινα, ο Ζαφειρόπουλος στο Αστρος, παράλογες, μοναχικές ελληνικές αντιστάσεις. Παρ' όλες τις προσπάθειες του Κολοκοτρώνη, στρατόπεδο ελληνικό δεν μπορεί να ριζώσει πουθενά: "Ετρώγαμε κριάρια και χλωρά στάχυα καψαλισμένα. Έδωκα διαταγή να χτυπούν τον αράπη όπου τον βρίσκουν, μέρα και νύχτα, μπαίνοντας μέσα στα στρατόπεδα και στα κονάκια. Οι στρατιώτες άρπαζαν σημαίες και τουμπερλέκια, έκλεβαν άλογα, σκότωναν, έκοβαν κεφάλια που τους τ' αγόραζα ένα τάλιρο το κομμάτι και τα' στελνα στους Τούρκους. Ήρθε και μας βρήκε ο Ζαχαριάδης να του υπογράψουμε τα χαρτιά. Απελπισμένοι τα υπογράψαμε, βάλαμε και τις υπογραφές εκείνων που λείπανε. Εκείνες τις μέρες οι δικοί μας σκότωσαν τριακόσιους Τούρκους καταμεσής στον κάμπο. Πρώτη φορά έβλεπα τέτοιο κακό, δε γλίτωσε κανείς. Ο Ιμπραήμ λυσσασμένος βγαίνει από την Τρίπολη, ανεβαίνει στον Αγιο Πέτρο, καίει το χωριό και κατηφορίζει καίγοντας μέχρι το Αστρος. Μπροστά οι πεζοί έβαναν φωτιά κι από πίσω η καβαλαρία κυνηγούσε τα παιδιά να τα σκλαβώσει. Πέρασε όλη την Τσακωνιά πλαστρί".

Περισσότερα στις σελίδες του Λογοτεχνικού Περιοδικού "Ύφος"... http://www.yfos-magazine.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια: